Τόσα χρόνια έχουν περάσει, δύο ή τρία ή δεκαπέντε, να βεβαιωθώ δυσκολεύομαι. Πολύ. Τα μετράω στα δάχτυλα: Αν ξεκίνησε το 2020 και τώρα έχουμε 2022 είναι από το '20 ως το '21 ένας χρόνος, από το '21 έως το '22, δεύτερος χρόνος.
Άρα είναι δύο και μέχρι πριν λίγες ώρες νόμιζα ότι είναι τρία. Οπότε τώρα δεν μπορώ να το χωνέψω πώς εξαφανίστηκαν έτσι δύο χρόνια, ούτε που μοιάζουν για περισσότερα θέλω να παραδεχτώ. Πώς να το πω, εμάς οι ζωή μας έχασε τους πιο ωραίους της χτύπους. Είμαστε 30 χρονών. Όχι, τόσο ήμουν όταν ξεκίνησε. Τώρα είμαι 32 χρονών. Και δεν έζησα τίποτα. Τίποτα απολύτως. Επέζησα, μεν, πράγμα που δεν ήταν καθόλου δεδομένο, αλλά δεν έζησα τίποτε απολύτως. Δε ζήσαμε, δηλαδή. Μια γενιά εγκλωβισμένη στη Χαμένη της Άνοιξη.
Λένε ότι οι πρώτες μέρες του κάθε νέου έτους είναι οι πιο θλιβερές. Εγώ λέω ότι όλες οι μέρες είναι θλιβερές πλέον. Χτυπάνε στα κόκκαλα, στο στομάχι, στην ψυχή. Το προηγούμενο έτος ολοκληρώθηκε με 16.000 θανάτους. Ετούτο εδώ μπήκε με βιασμούς κοριτσιών. Έτσι το νιώθω κι έτσι θα το πω.
Που να σταθείς;
Είναι τόσο περιρρέουσα η φρίκη που δεν ξέρεις πού να σταθείς, τι να ερμηνεύσεις πρώτο. Πού μπαίνει ο ορισμός της βαρύτητας των καταστάσεων. Μήπως συνηθίσαμε τους νεκρούς των διαλυμένων νοσοκομείων και στεκόμαστε στα βιασμένα κορμιά; Ή στις νεκρές γυναίκες; Στους πρόσφυγες που πνίγηκαν; Ή μήπως πιο πολύ μου φταίει η ΔΕΗ που δεν μπορώ να την πληρώσω κι οι μήνες που δε με βγάζουν πουθενά. Πουθενά... Ποιο είναι το δέντρο και ποιο το δάσος; Μην απαντήσεις γρήγορα, έχουν όλα συντεθεί σε μια πηχτή μάζα φρίκης, δέντρα και δάση έγιναν πριονίδια και δεν υπάρχει τίποτε να κοιτάξεις. Χάσαμε την πολυτέλεια να επικεντρωνόμαστε.
Δεν ξέρεις πού να σταθείς. Όλα είναι θάνατος, όπου και να απλώσεις το χέρι σου. Γύρω σου είναι θάνατος, δίπλα σου, μέσα σου είναι θάνατος. Κάτι πεθαίνει κάθε μέρα. Ροκανιζεται. Μυρίζει άσχημα.
Πάνω στην αναδίπλωση
Θυμάμαι τη Σονάτα του Σεληνόφωτος, που η Μελισσάνθη ζει ανάμεσα σε σκιές του παλιού της εαυτού, ένα σπίτι γκρεμισμένο από τη σκόνη, πνιγηρό και σκοτεινό, σαν το δικό μου. Κι ούτε μια στιγμή πιο πριν δε σκέφτηκα μήπως, μήπως λέω η γερασμένη, κουρασμένη γυναίκα δεν παρακαλά το νέο ποιητή να την αφήσει να πάει μαζί του. Ίσως να μην παρακαλά να θυμηθεί τις ένδοξες ημέρες πριν τη σκόνη, τις σκιές και το θάνατο. Ίσως να παρακαλά τον ίδιο τον Θάνατο. "Άφησε με να έρθω μαζί σου"...
Τόσος θάνατος τριγύρω κι ούτε ένας ποιητής.
Ζήσαμε κι εμείς ολόκληρες ζωές μέσα στις ψευδαισθήσεις. Νομίζαμε ότι ο κόσμος μπορεί να πάει μόνο μπροστά, αλλά κάναμε λάθος. Ο κόσμος αναδιπλώνεται, σφίγγει το στομάχι του, ξερνάει το χειρότερο κομμάτι της ανθρωπότητας κι έπειτα συνεχίζει. Το μέλλον δεν έχει πάντα πρόοδο. Καμιά φορά, έχει αναδίπλωση. Εμείς τύχαμε πάνω στην αναδίπλωση. Τόσο μίσος, τόση βία, τόση υποκρισία, τόση φτώχεια. Τόσος θάνατος.
Πιστεύω πως είμαστε θλιμμένοι. Ξέρετε, όπως τα θλιμμένα ζώα που κουλουριάζονται ανάμεσα στα σκέλια τους κι αν πας να τα αγγίξεις, αγριεύουν και δαγκώνουν. Πιστεύω ότι είμαστε τραυματισμένοι και δεν μπορούμε ούτε να γλείψουμε τις ίδιες μας τις πληγές. Πιστεύω ότι προσπαθούμε να φαινόμαστε καλά, γελάμε μηχανικά, αγγιζόμαστε μηχανικά, συνυπάρχουμε μηχανικά και στην πρώτη ευκαιρία εξοντώνουμε ο,τι βρούμε. Αν είμαστε άνθρωποι, εξοντώνουμε τους εαυτούς μας. Αν είμαστε απάνθρωποι, εξοντώνουμε ξένα κορμιά.
Χάνει τις μάχες
Κι όλα είναι θάνατος και πάλι. Όχι, όχι, ας μη σταθούμε στις κυριολεξίες. Ούτε ο θάνατος τις προτιμά, εξάλλου. Παίζει με τα νοήματα των λέξεων, διαρκώς.
Οι αισιόδοξοι των εποχών ήταν εκείνοι που κοιτούσαν στο παρελθόν και είχαν ξεπεράσει την αναδίπλωση της ιστορίας, έβλεπαν νέο μέλλον, πιο φωτεινό. Τόσο φώς και τότε αποφάσιζαν να μιλήσουν για τις εποχές του Μεγάλου Θανάτου.
Την στιγμή που χάνονται τα πάντα, δεν υπάρχει αισιοδοξία. Υπάρχει μόνο το ένστικτο να ζήσεις. Κι αν είσαι από τους ρομαντικούς, να λιώσεις από την κορυφή ως τα νύχια για να ζήσουν οι άλλοι, όσο πιο πολλοί γίνεται. Αν είσαι από αυτούς που δεν κομμάτιασαν την ψυχή τους, κάπως ελπίζεις. Και αγαπάς ακόμη. Όχι με την ίδια ελευθερία, όμως.
Δεν ξέρω πώς άντεξε η καλοσύνη τις στιγμές που η ιστορία διπλώθηκε στα δύο. Προς το παρόν, χάνει τις μάχες. Κι όλα είναι θάνατος. Αν ζήσουμε για να γίνουμε οι αισιόδοξοι του μέλλοντος, τότε ίσως μπορέσουμε να καταλάβουμε τι μας συμβαίνει τώρα.