Ξεκίνησαν πάλι οι διαδικασίες των πλειστηριασμών των περιουσιακών στοιχείων, που είχαν παγώσει τους τελευταίους μήνες λόγω της αποχής των συμβολαιογράφων. Μέχρι τώρα δεν έχει υλοποιηθεί πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας, αλλά κυρίως οικοπέδων και μαγαζιών παλαιών υποθέσεων, βάσει πρόχειρου δειγματοληπτικού ελέγχου της ΕΚΠΟΙΖΩ. Παρόλα αυτά ανά πάσα στιγμή πια, μετά και τη συμφωνία της κυβέρνησης, μπορούν οι δανειολήπτες να έρθουν αντιμέτωποι με ένα τέτοιο φαινόμενο.
«Παρατηρούμε προς το παρόν μια άτυπη ανοχή των τραπεζών όσον αφορά τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει και το αντίστοιχο ενδιαφέρον στην αγορά», εξηγεί ο Βίκτωρας Τσιαφούτης, κοινωνικός σύμβουλος της ΕΚΠΟΙΖΩ.
Προκειμένου να τονωθεί το ενδιαφέρον, η τιμή εκκίνησης των πλειστηριασμών ακινήτων θα είναι η εμπορική τους αξία, αντί η αντικειμενική, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες να χάνουν το σπίτι τους έναντι μικρότερης αξίας, και να συνεχίζουν να χρωστούν στις τράπεζες.
«Αυτό που πέτυχε η κυβέρνηση δεν είναι προστασία της πρώτης κατοικίας, αλλά αναστολή του αναπόφευκτου. Η προστασία είναι πολύ μικρότερη σε σχέση με το 2013 και 2014. Όσο έχουμε εξαιρετικές οικονομικές συνθήκες κρίσης στη χώρα, θα έπρεπε να υπάρχει προστασία πρώτης κατοικίας, όπως πριν που απαγορευόταν ο πλειστηριασμός της, έστω και με κάποιους όρους, που θα διασφάλιζαν ότι δεν εκμεταλλεύονται την κατάσταση άνθρωποι με υψηλά εισοδήματα, που μπορούν να πληρώσουν και δεν το κάνουν», τονίζει ο κοινωνικός σύμβουλος.
Η τράπεζα δεν χάνει ποτέΑυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, προστατεύεται η πρώτη κατοικία του 60% των δανειοληπτών. Στην πραγματικότητα, όμως, ακόμα και για αυτούς υπάρχουν περιορισμοί.
Η διαδικασία είναι ως εξής: αρχικά γίνεται διαπραγμάτευση του δανειολήπτη με την τράπεζα, αν αποτύχει προσφεύγει στον πτωχευτικό αναθεωρημένο νόμο Κατσέλη και το δικαστήριο ορίζει το ποσό της δόσης που θα πρέπει να πληρωθεί. Για όσους έχουν ετήσιο εισόδημα κάτω των 8.000 ευρώ, ή 13.000 οικογενειακό (το 25% των υποθέσεων), τους ορίζεται μια μικρή δόση, που αν αδυνατούν να πληρώσουν, αναλαμβάνει την αποπληρωμή της το κράτος. Ο δανειολήπτης δεν γλιτώνει από αυτό το ποσό, αλλά το οφείλει έπειτα στο δημόσιο. Για το υπόλοιπο 35%, δανειολήπτες με εισόδημα μέχρι 25.000 ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, ορίζεται μεγαλύτερη δόση και αν δεν πληρωθούν τρεις από τις δώδεκα μέσα στο χρόνο, τότε μπορούν να ξεκινήσουν διαδικασίες πλειστηριασμού.
«Το πρώτο πρόβλημα εντοπίζεται για όσους έχουν μηδενικό εισόδημα, που θα πρέπει να βρουν τρόπο να πληρώσουν τα έξοδα των νομικών διαδικασιών και άρα περιορίζεται το δικαίωμά τους για προστασία της πρώτης κατοικίας. Η κυβέρνηση κάνει μια λανθασμένη παραδοχή ότι αφού διαθέτουν το τάδε ποσό θα μπορούν να πληρώσουν τη δόση τους, ιδίως για τους μεσαίους. Αυτό σε πολλές περιπτώσεις δεν ισχύει, καθώς συνήθως έχουν και άλλα χρέη, πχ οφειλές στο δημόσιο. Τέτοιοι παράγοντες δεν είναι σίγουρο ότι θα ληφθούν υπόψη από τον εκάστοτε δικαστή που ορίζει τη δόση. Ζήτημα που δημιουργεί και ερωτηματικά για το αν θα λειτουργήσει υπέρ των δανειοληπτών», περιγράφει η Τόνια Κατερίνη, αρχιτέκτονας και μέλος της ομάδας «Πλειστηριασμοί Στοπ».
Παράλληλα, οποιαδήποτε προστασία των προαναφερόμενων υφίσταται μέχρι το 2018, από εκεί και έπειτα είναι άγνωστο τι μέλλει γενέσθαι. Το υπόλοιπο 40% των δανειοληπτών που έχουν υψηλότερα εισοδήματα δεν λαμβάνει καμία προστασία για το σπίτι του. Είναι πιθανό, όμως, και σε αυτή την περίπτωση ο πλειστηριασμός να είναι άδικος, αφού η μη εξυπηρέτηση των δανείων μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι άλλαξε η οικονομική τους δυνατότητα λόγω της κρίσης και όχι στο ότι δεν επιθυμούν να πληρώσουν, σύμφωνα με την Τόνια Κατερίνη, που συμπληρώνει:
«Η τράπεζα δεν χάνει ποτέ. Είτε θα πληρωθεί από τον δανειολήπτη είτε από το δημόσιο. Αναπτύσσεται μια πολιτική για προστασία των τραπεζών, χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη ευαισθησία για την κοινωνία. Όλοι οι πολίτες έχουμε πληρώσει την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αυτή η ρύθμιση είναι άδικη και πρέπει ως κίνημα να παλέψουμε για την ανατροπή της».
Ροζ δάνειαΠαράλληλα, άνοιξαν και οι διαδικασίες πώλησης στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες σε μεγάλα funds για κατοικίες αξίας άνω των 140.000 ευρώ. Τελικά, όμως, δεν αφορά μόνο κόκκινα δάνεια, αλλά ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στα funds να αγοράζουν και πράσινα εξυπηρετούμενα δάνεια, εφόσον ο οφειλέτης έχει έστω και ένα κόκκινο δάνειο.
«Τα funds που θα αγοράζουν τα δάνεια, βάσει εμπειρίας, πρόκειται να είναι πολύ πιο επιθετικά στη διαπραγμάτευσή τους με τους δανειολήπτες. Ενώ ακόμα και τα στεγαστικά κάτω των 140.000 ευρώ μπορεί να μην δίνονται στα funds, αλλά είναι δυνατόν να δοθούν προς διαχείριση σε άλλες ιδιωτικές εταιρείες, παραμένοντας στην ιδιοκτησία της τράπεζας. Η συναλλαγή, όμως, με τον οφειλέτη θα γίνεται από τη διαχειριστική εταιρία, οι οποίες φέρονται ιδιαίτερα εκβιαστικά και πιεστικά προς τους δανειολήπτες και υπήρξε πάγιο αίτημα των κινημάτων να σταματήσει η εμπλοκή αυτών των εταιρειών», τονίζει η αρχιτέκτονας.
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί ένα όργανο εξωδικαστικής επίλυσης για τα χρέη των δανειοληπτών, όπως και συμβουλευτικά κέντρα για αυτούς ανά την Ελλάδα. Παρόλα αυτά, είναι απαραίτητη η πίεση ενός κινήματος για την προστασία της πρώτης κατοικίας, τη λήξη των πλειστηριασμών και την εκκίνηση μιας συζήτησης για το πώς νοείται το δικαίωμα στη στέγαση. Απλά σαν δικαίωμα για κοινωνική πολιτική σε περίπτωση αστεγίας (που και αυτή ανύπαρκτη είναι) ή όντως προφύλαξη από τέτοιες καταστάσεις και πραγματικό δικαίωμα του καθενός στη στέγη;
Δικαίωμα στη στέγαση«Χρειάζεται στήριξη των δανειοληπτών και να δημιουργηθεί ένα κόμβος ενημέρωσης τους, δημιουργώντας ένα μόνιμο μηχανισμό αλληλεγγύης που θα βρίσκεται δίπλα τους. Δεν πρέπει, όμως, να εμποδίζεται κάθε πλειστηριασμός, πρέπει να υπάρξουν κριτήρια, γιατί μπορεί να πρόκειται πχ για πλειστηριασμό περιουσίας εργοδότη, που έτσι θα καταβληθούν τα χρωστούμενα στους εργαζόμενους. Σημαντικό πάντως είναι να συμμετέχουν και οι ίδιοι οι δανειολήπτες στο κίνημα, να μην είναι από τα πάνω, για να υπάρχει οργανωμένη εκπροσώπηση μπροστά στις τράπεζες. Κατά αυτόν τον τρόπο δούλεψε και στην Ισπανία, με γειτονιές και υπερχρεωμένες οικογένειες να στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Μόνο με μαζικότητα μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα», τονίζεται και από την Κατερίνα Κνήτου, συντονίστρια του τμήματος δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ.
Τζέλα Αλιπράντη